- Σιμωνίδειος
- Σιμωνίδειοςofmasc/fem nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
σιμωνίδειος — α, ο / σιμωνίδειος, ον, ΝΑ [Σιμωνίδης] αυτός που ανήκει ή επινοήθηκε από τον ποιητή Σιμωνίδη τού Κείου, ή που μοιάζει με τη στιχουργία και το ύφος του («σιμωνίδειο[ν] μέτρο[ν]» μετρικό σχήμα που ονομάζεται και δακτυλεπίτριτος και έχει τη μορφή ∪… … Dictionary of Greek
Σιμωνίδειον — Σιμωνίδειος of masc/fem acc sg Σιμωνίδειος of neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Σιμωνίδεια — Σιμωνίδειος of neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)